Από τις 22 Απριλίου έως τις 2 Ιουλίου μεσολαβούν 70 ημέρες. Είναι η περίοδος που θα καθορίσει εάν η χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται με σταθερότητα ή θα μπει σε αχαρτογράφητα και επικίνδυνα νερά ακυβερνησίας. Πλέον στην αυγή της τρέχουσας εβδομάδας, απομένουν 68 ημέρες.
Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις και τις επίσημες κομματικές τοποθετήσεις, ο σχηματισμός κυβέρνησης από τις πρώτες εκλογές της 21ης Μαΐου που θα γίνει με απλή αναλογική θεωρείται εξαιρετικά δύσκολος, αλλά όχι εντελώς απίθανος.
Κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε, όπως ο Γιάννης Δραγασάκης και o Ευκλείδης Τσακαλώτος, επιχειρούν το τελευταίο διάστημα να επαναφέρουν την προοπτική «της κυβέρνησης των ηττημένων» – ενός κυβερνητικού συνασπισμού με τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και του ΜέΡΑ25. Αλλα στελέχη όπως ο Σταύρος Αραχωβίτης εντάσσουν στις υποψήφιες δυνάμεις για συμμετοχή σε προοδευτική κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου.
Βέβαια, για να ευοδωθούν οι συγκεκριμένες προσδοκίες πρέπει ο συνασπισμός να αθροίζει ποσοστά άνω του 46%. Σε κάθε περίπτωση, το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει έως το τέλος Μαΐου, αλλά το πιθανότερο σενάριο προβλέπει ότι η τύχη της χώρας θα αφεθεί για περίπου 30 ημέρες στα χέρια υπηρεσιακής κυβέρνησης, η οποία θα κληθεί να οδηγήσει ομαλά την Ελλάδα σε νέο εκλογικό γύρο στις 2 Ιουλίου.
Διάλυση της Βουλής
Η αντίστροφη μέτρηση για τον οδικό χάρτη των 70 ημερών άρχισε το περασμένο Σάββατο 22/4, με την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Ο πρωθυπουργός ζήτησε τη διάλυση της Βουλής επικαλούμενος -όπως προβλέπει το Σύνταγμα- εθνικό θέμα κορυφαίας σημασίας, καθώς τυπικά δεν έχει εξαντληθεί η τετραετία.
Λίγες ώρες αργότερα, την κεντρική είσοδο του Κοινοβουλίου κόσμησε το Προεδρικό Διάταγμα διάλυσης της Βουλής, το οποίο ορίζει την 21η Μαΐου ως ημέρα εθνικών εκλογών, ενώ θέτει την Πέμπτη, 1η Ιουνίου 2023 και ώρα 11 το πρωί, ως την ημέρα όπου θα συγκροτηθεί σε Σώμα η νέα Βουλή, της ΙΘ’ Κοινοβουλευτικής Περιόδου, για την ορκωμοσία των Βουλευτών που θα έχουν αναδειχθεί μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου.
Η δημοσίευση του Προεδρικού Διατάγματος εγκαινίασε επισήμως την έναρξη της προεκλογικής περιόδου, η οποία ξεκίνησε την Κυριακή 23/4 και παράλληλα οριοθετεί χρονικά τους κρίσιμους σταθμούς από τους οποίους θα διέλθει η χώρα έως ότου αποκτήσει και πάλι κυβέρνηση με λαϊκή νομιμοποίηση και κοινοβουλευτική δεδηλωμένη.
Ειδικότερα, κάθε πολιτικό κόμμα γνωστοποιεί στον Αρειο Πάγο το αργότερο τρεις ημέρες μετά την έναρξη της προεκλογικής περιόδου το όνομα και το έμβλημα που θα χρησιμοποιεί στις εκλογές και στα ψηφοδέλτια. Μεταξύ άλλων, απαγορεύεται η χρήση εθνικών και θρησκευτικών συμβόλων, στέμματος ή εμβλημάτων του δικτατορικού καθεστώτος τους 21ης Απριλίου 1967.
Οι εκλογές της 21ης Μαΐου θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής που δυσκολεύει εξαιρετικά την επίτευξη μονοκομματικής αυτοδύναμης κυβέρνησης ή τον σχηματισμό συγκυβέρνησης χωρίς τη συμμετοχή του πρώτου κόμματος.
Συγκεκριμένα, εάν το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων κινηθεί από 7% έως 11%, τότε για να συγκεντρωθούν 151 βουλευτές απαιτούνται ποσοστά από 44,9% έως 46,9%. Με δεδομένο ότι κανένα κόμμα δεν θα προσεγγίσει αυτά τα ποσοστά, την επομένη των εθνικών εκλογών θα ενεργοποιηθεί η διαδικασία των διερευνητικών εντολών.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο αρχηγός του πρώτου κόμματος παίρνει την πρώτη διερευνητική εντολή και έχει στη διάθεσή του έως τρεις ημέρες για να διαπιστώσει εάν μπορεί να εξασφαλίσει τη δεδηλωμένη της Βουλής και να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας. Αν η προσπάθεια αποβεί άκαρπη, η εντολή περνά στον αρχηγό του δεύτερου κόμματος, ενώ αν αποτύχει και αυτός, η εντολή πηγαίνει στον αρχηγό του τρίτου κόμματος. Συνολικά, η διαδικασία μπορεί να κρατήσει έως εννέα ημέρες. Τη δέκατη μέρα, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί όλους τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων σε μια ύστατη προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας. Εάν η Πρόεδρος επιβεβαιώσει την αδυναμία πολιτικής συνεννόησης, τότε δίνει εντολή σχηματισμού υπηρεσιακής κυβέρνησης προκειμένου η χώρα να οδηγηθεί ξανά σε εκλογές.
Υπηρεσιακή κυβέρνηση
Η Πρόεδρος έχει την ευχέρεια να επιλέξει ως υπηρεσιακό πρωθυπουργό έναν εκ των τριών προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων, δηλαδή του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου με γνώμονα την όσο το δυνατόν ευρύτερη αποδοχή του. Ωστόσο, αποτελεί άτυπο, όχι δεσμευτικό αλλά ισχυρό κανόνα η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον αρχαιότερο εκ των τριών.
Οι τρεις υποψήφιοι υπηρεσιακοί πρωθυπουργοί για το μεσοδιάστημα μεταξύ 31 Μαΐου και 2 Ιουλίου είναι η κυρία Μαρία Γεωργίου, πρόεδρος του Αρείου Πάγου, η οποία εισήχθη στο Δικαστικό Σώμα το 1983 και επιλέχθηκε πρόεδρος το 2021, η κυρία Ευαγγελία Νίκα, πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία εισήχθη στο Σώμα το 1983 και επιλέχθηκε το 2022 και ο κ. Ιωάννης Σαρμάς, πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος εισήχθη στο Σώμα το 1987 και επιλέχθηκε το 2019.
Η Βουλή της μιας ημέρας
Περίπου εκείνη την περίοδο, μεταξύ 31 Μαΐου και 2 Ιουνίου, θα ορκιστεί η νέα Βουλή, δηλαδή οι βουλευτές που θα εκλεγούν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί είναι παρόμοια με εκείνη των εκλογών του Μαΐου 2012. Δηλαδή θα γίνει η ορκωμοσία των βουλευτών, η εκλογή προεδρείου του Κοινοβουλίου και το απόγευμα της ίδιας ημέρας ή το πρωί της επομένης θα θυροκολληθεί το Προεδρικό Διάταγμα διάλυσης της Βουλής προκειμένου η χώρα να οδηγηθεί σε νέες εκλογές στις 2 Ιουλίου. Εως τις δεύτερες κάλπες θα ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία – που σημαίνει ότι η Ολομέλεια του αρμοδίου τμήματος του Αρείου Πάγου θα κληθεί και πάλι να αποφασίσει για την τύχη μορφωμάτων όπως το κόμμα Κασιδιάρη.
Δεύτερες εκλογές με λίστα
Οι δεύτερες εκλογές, ακολουθώντας το συνταγματικό χρονοδιάγραμμα θα διεξαχθούν στις αρχές Ιουλίου με το σύστημα της λίστας για την εκλογή των βουλευτών. Για τη συγκεκριμένη διαδικασία οι ψηφοφόροι θα επιλέγουν μόνο το ψηφοδέλτιο του κόμματος που προτιμούν και δεν θα «σταυρώνουν» υποψηφίους. Για την κατάρτιση της λίστας των βουλευτών, οι ηγεσίες των κομμάτων συνήθως σέβονται τα αποτελέσματα «σταυροδοσίας» της πρώτης κάλπης, τοποθετώντας πρώτο στη σειρά τον υποψήφιο βουλευτή που έλαβε τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης.
Το… απίθανο σενάριο «κυβέρνησης ειδικού σκοπού»
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, κυβερνήσεις συνεργασίας, τεχνοκρατών ή ειδικού σκοπού με διευρυμένες εκτελεστικές αρμοδιότητες που περιλαμβάνουν και την κατάθεση νομοσχεδίων μπορούν να συγκροτήσουν μόνο τα κοινοβουλευτικά κόμματα και μόνο στην περίπτωση που εξασφαλίζουν την εμπιστοσύνη ή την ανοχή του Κοινοβουλίου.
Η υπηρεσιακή κυβέρνηση δεν μπορεί να μετατραπεί σε κυβέρνηση ειδικού σκοπού, καθώς αμέσως μετά τον διορισμό της η Βουλή διαλύεται. Υπό αυτά τα δεδομένα το τελευταίο διάστημα διακινείται το σενάριο σχηματισμού συγκυβέρνησης ηττημένων, συγκεκριμένου σκοπού και ελάχιστου βίου.
Ειδικότερα, το σενάριο θέλει τα κόμματα που υποστηρίζουν ιδεολογικά ή συγκυριακά το σύστημα της απλής αναλογικής να συμφωνήσουν στον σχηματισμό μιας τυπικής κυβέρνησης αμέσως μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου που θα έχει ένα και μόνο καθήκον. Να καταθέσει στη Βουλή την τροποποίηση της εκλογικής νομοθεσίας ώστε οι εκλογές της 2ας Ιουλίου να γίνουν και πάλι με το σύστημα της απλής αναλογικής και όχι με την ενισχυμένη. Για να γίνει πράξη θα πρέπει να εξασφαλίζουν 200 ψήφους, δηλαδή να έχει η Ν.Δ., που είναι αντίθετη με το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα, λιγότερους από 100 βουλευτές.