Η μόνιμη έκθεση ψηφιδωτών μας δίνει πολλά στοιχεία για την ιδιαίτερη αυτή τέχνη που απασχολούσε πολλούς Δωδεκανήσιους.
Όσες φορές κι αν επισκεφτεί κάποιος το νησί της Ρόδου – που δοκιμάστηκε τόσο έντονα από τις πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές – η βόλτα στην παλιά μεσαιωνική πόλη αποτελεί πάντα ένα γλυκό ταξίδι στον χρόνο που ενώνει το σήμερα με το χθες και σηματοδοτεί το πάντρεμα πολλών πολιτισμών… Η επίσκεψη στο νησί της Ρόδου ήταν αυτή τη φορά μόνο για λίγες ώρες και η συζήτηση για το σημείο επισκεψιμότητας δεν τέθηκε ποτέ. Το ταξί που πήραμε από το αεροδρόμιο μας οδήγησε κατευθείαν στην παλιά πόλη για να περπατήσουμε, έστω για λίγη ώρα, τα παραμυθένια δρομάκια και να ταξιδέψουμε μέσω των επιβλητικών κτισμάτων στην εποχή των ιπποτών.
Είναι αξιοθαύμαστο πως παρά τις καταλήψεις, τις αλλαγές «ιδιοκτησίας» και κάποιες καταστροφές που υπέστη, η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου έχει διατηρηθεί ενεργή για τόσους πολλούς αιώνες. Δικαίως η Unesco την έχει χαρακτηρίσει μνημείο παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς, αφού κάθε κτίσμα της αποκαλύπτει μια ενδιαφέρουσα ιστορία.
Το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου
Σε ολόκληρη την παλιά πόλη, το πιο εμβληματικό αξιοθέατο, αυτό που βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο του κάστρου, στη βορειοδυτική πλευρά, είναι το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου. Σύμφωνα με την ιστορία χτίστηκε από τον επικεφαλής στρατιωτικό των ιπποτών του τάγματος τους Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ της Ρόδου και της Μάλτας, που κατέλαβε το νησί από το 1309 έως και το 1522. Η προνομιούχα θέση του έχει προβληματίσει αρκετά αρχαιολόγους και ιστορικούς. Ο μύθος θέλει να υπήρχε στο σημείο αυτό ο ιερός ναός του Θεού Ηλιου, η Ακρόπολη της αρχαίας Ρόδου. Οι αρχαιολόγοι, σύμφωνα με νεότερες έρευνες, εικάζουν ότι εκεί είχε στηθεί ο Κολοσσός της Ρόδου, καταρρίπτοντας την παλαιότερη άποψη ότι το ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου βρισκόταν στην περιοχή Μανδράκι (ένα από τα λιμάνια του νησιού).
Η επίσκεψη στο παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου έχει ενδιαφέρον για πολλούς λόγους. Το πιο χαρακτηριστικό σύμβολο και διοικητικό κέντρο των ιπποτών μετατράπηκε σε φυλακή κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αργότερα ένα μέρος του υπέστη σοβαρές ζημιές από έκρηξη πυρομαχικών, τα οποία φυλάσσονταν στα υπόγεια του παραπλήσιου ναού του Αγίου Ιωάννη. Όταν το 1912 οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα, αναστήλωσαν το κομμάτι που είχε καταστραφεί με πρωτοβουλία του διοικητή Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκι. Εγινε κατοικία του Βιτόριο Εμανουέλε κι αργότερα θερινό ανάκτορο του Μπενίτο Μουσολίνι.
Τα μοναδικά ψηφιδωτά του παλατιού
Σήμερα λειτουργεί ως μουσειακός χώρος και δέχεται πλήθος επισκεπτών. Η μόνιμη έκθεση ψηφιδωτών που φιλοξενεί μας δίνει πολλά στοιχεία για την ιδιαίτερη αυτή τέχνη, η οποία απασχολούσε πολλούς Δωδεκανήσιους. Τα δάπεδα που υπάρχουν στο παλάτι προέρχονται από την ανασκαφική δραστηριότητα των Ιταλών στην Κω και εντάχθηκαν με τη μορφή σύγχρονων ταπήτων στο πλαίσιο του αναστηλωτικού έργου, μετά τον σεισμό του 1933. Η μεταφορά τους έγινε από την Κω στη Ρόδο κατά την περίοδο της Ιταλοκρατίας. Πρωτεργάτες ήταν δύο αξιόλογοι συντηρητές της εποχής, ο Antonio Freti και ο Vittorio Toti από τη Φλωρεντία. Οι Ιταλοί σεβάστηκαν τα έργα και με μεγάλη προσοχή μετέφεραν όλα τα ψηφιδωτά στο παλάτι. Τους υπόλοιπους χώρους τους πλαισίωσαν με ακριβά μάρμαρα που έφεραν από την Ιταλία.
Οι ψηφιδωτές δημιουργίες είναι των ύστερων ρωμαϊκών και πρώιμων χριστιανικών χρόνων από κοσμικά και εκκλησιαστικά κτίρια της Κω. Γεωμετρικά και φυτικά μοτίβα, κυκλικά εμβλήματα με προτομές, εικονιστικές σκηνές με αναπαραστάσεις της καθημερινής ζωής, συνθέσεις με την τεχνική της ένθεσης αποτελούν αξιοσημείωτους «μάρτυρες» της τέχνης του ψηφιδωτού στην Κω, αλλά και την ύπαρξη πολλών τοπικών εργαστηρίων. Οι ιστορικοί τεκμηριώνουν καλλιτεχνικούς δεσμούς και με άλλα νησιά στα Δωδεκάνησα, όπως Σύμη, Κάλυμνο, Νίσυρο, Αστυπάλαια, Κάρπαθο και Ρόδο.